Μετά τη σφαγή, λίγα λουλούδια…
Το βράδυ της 9ης Μάη του 1936 ο
πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς έδωσε διαταγή ένα σύνταγμα στρατού από τη Λάρισα
να μεταφερθεί στη Θεσσαλονίκη και μοίρα του στόλου να καταπλεύσει στο λιμάνι
της πόλης προς αντιμετώπιση των εργατών που βρίσκονταν σε απεργία. Ταυτόχρονα,
προέβη σε δηλώσεις με τις οποίες δεν άφηνε κανένα περιθώριο παρερμηνειών
αναφορικά με τις προθέσεις του1: «Κατέστη φανερόν – τόνισε –
ότι οι σκοποί οι επιδιωκόμενοι από τους διευθύνοντας την απεργιακήν κίνησιν
είναι πολιτικοί, ανατρεπτικοί. Αν ήσαν οικονομικοί θα εδέχοντο οι ιθύνοντες τας
δύο εργατικάς ομοσπονδίας την λύσιν, την οποίαν η κυβέρνησις επέβαλε εις τους
καπνεμπόρους, και η οποία όχι μόνον καθορίζει κατώτατον ημερομίσθιον 90
δραχμών, αλλά προβλέπει και περί μέσου ημερομισθίου 100 περίπου δραχμών…
Η κυβέρνησις δε θα εμποδίση βεβαίως το δικαίωμα της απεργίας από εκείνους
οι οποίοι το έχουν, αλλά δε θα επιτρέψη διατάρραξιν της τάξεως. Οσοι το
επιχειρήσουν, θα συναντήσουν το κράτος του νόμου».Το πόσο σεβόταν το δικαίωμα
της απεργίας ο Μεταξάς αλλά και τι εσήμαινε το κράτος του νόμου, οι εργάτες της
Θεσσαλονίκης το ένιωσαν στο πετσί τους εκείνες τις μέρες. Το διαπίστωσε επίσης
ολόκληρος ο ελληνικός λαός λίγους μήνες αργότερα, όταν επιβλήθηκε το
δικτατορικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου με ηγέτη του τον Ιωάννη Μεταξά.